Της Lynn Taylor
Μια φορά δύο εξαιρετικοί υποψήφιοι με τα ίδια προσόντα είχαν αναδειχθεί ως επικρατέστεροι για μια θέση στις δημόσιες σχέσεις. Η θέση έκανε περισσότερο χρόνο να καλυφθεί από το αναμενόμενο. Ο υποψήφιος Α’, μετά τη συνέντευξη και το ευχαριστήριο e-mail, ουσιαστικά έπεσε σε αφάνεια, αφήνοντας σε εμένα την πρωτοβουλία να έρθω σε επαφή μαζί του για να μάθω αν ήταν ακόμα διαθέσιμος. Ο υποψήφιος Β’ έστειλε και αυτός ένα ευχαριστήριο e-mail, ενώ στη συνέχεια επικοινωνούσε κάθε περίπου δέκα ημέρες, στέλνοντας ενδιαφέροντα linksκαι πληροφορίες για τον κλάδο.
Όταν τηλεφώνησα για να ευχαριστήσω τον υποψήφιο Β’, εκείνος ήταν ενθουσιώδης, επαγγελματίας και ευδιάθετος, ενισχύοντας την εντύπωση που είχα αποκομίσει από εκείνον κατά τις δύο πρώτες συνεντεύξεις του. Ξαναμιλήσαμε άλλη μια φορά, μετά από ένα mail του. Καθ’ όλη τη διάρκεια των ερευνών μου για τη θέση κατάφερε να μείνει στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Όταν τελικά βρήκα το χρόνο και τα μέσα για να προχωρήσω στην πρόσληψη, ακολούθησα το ένστικτό μου: εφόσον ο υποψήφιος Β’ είχε κάνει τον κόπο να δείξει το ενδιαφέρον του, επέλεξα αυτόν. Και δεν είχα κάνει λάθος: παρέμεινε στην ομάδα μου για χρόνια, μέχρι που μετακόμισε για προσωπικούς λόγους.
Ο υποψήφιος Α’ έχασε τη θέση κατά κύριο λόγο επειδή δεν επέδειξε τον ίδιο ενθουσιασμό μετά τη συνέντευξη. Από την άλλη πλευρά, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής μου πορείας έχω αποκλείσει αρκετούς υποψήφιους επειδή μετά τη συνέντευξη κατάντησαν κολλιτσίδες.
Οι τακτικές πίεσης δεν αποδίδουν
Μια άλλη φορά πήρα συνέντευξη από έναν υποψήφιο που φαινόταν κατάλληλος για μια ερευνητική / συγγραφική θέση. Του είπα ότι θα επικοινωνούσα μαζί του μετά από μερικές εβδομάδες. Όμως δυο - τρεις μέρες μετά τη συνάντησή μας άρχισε να με βομβαρδίζει με mails και τηλεφωνήματα που δεν σταμάτησαν για εβδομάδες, μερικές φορές υπαινισσόμενος ότι είχε και άλλες προτάσεις για δουλειά. Δεν θέλω να αμφισβητήσω τα λεγόμενά του, αλλά η αναφορά του σε άλλες προτάσεις μού φάνηκε ότι ήταν τακτική πίεσης και αυτό μου έκανε κακή εντύπωση, όπως θα έκανε σε κάθε υπεύθυνο προσλήψεων. Η τυπική αντίδραση σε μια τέτοια τακτική είναι «Εφόσον έχετε μια άλλη αξιόλογη πρόταση, να μην σας κρατάμε, δεχτείτε την».
(Παρεμπιπτόντως, αν έχετε πράγματι μια άλλη πρόταση για να δουλέψετε κάπου και πιστεύετε ότι ο υπεύθυνος προσλήψεων θα ήθελε να το ξέρει επειδή είστε από τους επικρατέστερους για τη θέση, τότε είναι πιο λογικό να στείλετε ένα ξεχωριστό, πιο επιτακτικό voicemail ή mail. Μην αναφέρετε ονομαστικά τον δεύτερο δυνητικό εργοδότη σας. Απλώς πείτε κάτι του τύπου «Ενδιαφέρομαι περισσότερο για τη θέση στην επιχείρησή σας, όμως πρέπει να καταλήξω σε μια απόφαση». Πριν προχωρήσετε σ’ αυτήν την κίνηση, καλό είναι να σιγουρευτείτε ότι πράγματι η δεύτερη θέση είναι δική σας αν το αποφασίσετε, καθώς και ότι πραγματικά θα τη δεχόσασταν).
Στην προκειμένη περίπτωση, υπέδειξα διακριτικά στον υποψήφιο ότι δεν χρειαζόταν να επικοινωνεί τόσο συχνά, όμως εκείνος συνέχισε να με κατακλύζει με mails, μέχρι που τον αποκλείσαμε από τη διαδικασία. Η υποψήφια που τελικά προσλάβαμε είχε στείλει ένα ευχαριστήριο mail, στη συνέχεια ένα δεύτερο mailκαι είχε τηλεφωνήσει μια - δυο φορές, μέσα σε χρονικό διάστημα έξι περίπου εβδομάδων από τη συνέντευξη. Επικοινώνησε ακριβώς όσο χρειαζόταν: ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο.
Ποια είναι λοιπόν η κατάλληλη συχνότητα επικοινωνίας μετά από μια συνέντευξη; Κατά κανόνα αν επικοινωνείτε κάθε δύο εβδομάδες φτάνει και περισσεύει, ιδίως αν έχετε θετική ανταπόκριση στις κρούσεις σας. Ωστόσο, επειδή κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, στη συνέχεια ακολουθούν ορισμένες χρήσιμες συμβουλές.
Λάβετε υπόψη σας τον χρονικό ορίζοντα των προσλήψεων. Εάν η πρόσληψη πρόκειται να γίνει σε τρεις εβδομάδες, λόγου χάρη, είναι καλύτερα να δηλώνετε το ενδιαφέρον σας κάθε εβδομάδα και όχι πιο αραιά.
Σκεφτείτε την εντύπωση που κάνατε στον υπεύθυνο προσλήψεων. Μήπως ξεκίνησε τη συνέντευξη με μεγάλο ενδιαφέρον και στην πορεία έδειξε να βαρέθηκε; Μήπως όλες του οι ερωτήσεις αφορούσαν τα αδύνατά σας σημεία; Εάν το ένστικτό σας σάς λέει ότι δεν τα πήγατε και τόσο καλά, μην προχωρήσετε παραπάνω από ένα τυπικό ευχαριστήριο e-mail. Εν γένει, μια σύντομη συνέντευξη, ακολουθούμενη από ένα ευγενικό «σας ευχαριστούμε» και καμία άλλη επικοινωνία από την εταιρεία σημαίνει το γνωστό σε όλους «Don΄t call us, we΄ll call you». Εάν ο υπεύθυνος πρόσληψης σάς έχει δώσει συγκεκριμένες ημερομηνίες για τα επόμενα στάδια, η ανάγκη για κάτι περισσότερο από ένα ευχαριστήριο e-mail ελαχιστοποιείται. Εάν παρόλα αυτά εσείς επιμένετε να τον κατατρέχετε, βλάπτετε τις πιθανότητές σας και για άλλες θέσεις που μπορεί να προκύψουν μελλοντικά σε αυτήν ή σε άλλες επιχειρήσεις, που μπορεί να ήταν πιο κατάλληλες για εσάς.
Λάβετε υπόψη το αποτέλεσμα της πρώτης προσπάθειάς σας για περεταίρω επικοινωνία. Εάν η απάντηση που πήρατε ήταν «Θα επικοινωνήσουμε εμείς μαζί σας», τότε δεν έχετε λόγο να πάρετε άλλη πρωτοβουλία. Η μπάλα είναι στο γήπεδό τους.
Θυμηθείτε ότι το «ευχαριστώ» θέλει σκέψη. Είναι αναγκαίο να δράσετε γρήγορα, ώστε να στείλετε το ευχαριστήριο mailσας την ημέρα της συνέντευξης ή το πολύ την επομένη, όμως πριν το γράψετε θα πρέπει να το σκεφτείτε καλά. Αν δώσατε συνέντευξη σε πολλούς ανθρώπους, τότε απευθυνθείτε στον καθένα προσωπικά, προσαρμόζοντας ανάλογα το ύφος και το περιεχόμενο του κειμένου σας. Το σημείωμά σας πρέπει να λειτουργεί ως διακριτικό εργαλείο που θα σας βοηθήσει να «πουλήσετε» τον εαυτό σας, επιτυγχάνοντας έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω στόχους, αναλόγως της περίστασης: α) να τονίζει γιατί είστε κατάλληλος για τη θέση, β) να δείχνει το ενδιαφέρον σας και γ) να ξεκαθαρίζει τυχόν παρεξηγήσεις ή εσφαλμένες εντυπώσεις, οπωσδήποτε με θετικό ύφος. Πρέπει πάντα να υπάρχει μια ένδειξη θετικής αντιμετώπισης του μέλλοντος, ακόμα και αν πρόκειται για ένα απλό «Θα χαρώ πολύ να έχω σύντομα νέα σας».
Αναρωτηθείτε ποια είναι η «προσωπικότητα» της θέσης εργασίας. Η στάση σας πρέπει να είναι συμβατή με τη φύση της εργασίας. Παραδείγματος χάρη, μια θέση στο τμήμα των πωλήσεων ή του μάρκετινγκ απαιτεί περισσότερη επιμονή, επομένως σ’ αυτήν την περίπτωση οι υποψήφιοι μπορούν να είναι πιο επιθετικοί και διεκδικητικοί.
Να είστε σύντομοι. Θυμηθείτε ότι σκοπός σας δεν είναι να γίνετε φίλοι με τον δυνητικό εργοδότη σας αλλά να παραμείνετε στο ραντάρ του. Κρατήστε τις επαφές σας σύντομες και επαγγελματικές και αποφύγετε τη φλυαρία.
Προσφέρετε αξία. Εάν είστε στους επικρατέστερους υποψηφίους, μπορείτε να στείλετε ενημερωτικά e-mails με links σε άρθρα που αφορούν τον κλάδο, σχετικές συζητήσεις στο LinkedIn ή ανακοινώσεις για επικείμενα εκπαιδευτικά σεμινάρια. Κάντε εισαγωγές όπως «Ίσως σας ενδιαφέρει να μάθετε ότι …» ή «Σε περίπτωση που δεν το γνωρίζετε, …». Μπορείτε επίσης να ενημερώσετε αν ολοκληρώσατε ένα καινούριο σεμινάριο, αν εκπαιδευτήκατε στη χρήση νέου λογισμικού, αν κερδίσατε κάποιο βραβείο ή δημοσιεύσατε ένα άρθρο σας.
Θυμηθείτε ότι η συχνότητα της επικοινωνίας έχει σημασία. Ρυθμίστε τα χρονικά διαστήματα που κάνετε κρούση στον δυνητικό εργοδότη σας ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες. Εάν λόγου χάρη οι έρευνες της εταιρείας διαρκούν δύο ή και περισσότερους μήνες, αραιώστε τη συχνότητα των τηλεφωνημάτων ή των mailσας σε δύο φορές το μήνα το πολύ, ανάλογα με την ανταπόκριση που έχετε.
Ασκήστε το δικαίωμά σας στην ενημέρωση. Εάν η εταιρεία δήλωσε ότι είστε ανάμεσα στους επικρατέστερους και στη συνέχεια δεν υπήρξε καμιά επικοινωνία, ρωτήστε ευθέως εάν υπάρχουν νέα που σας αφορούν. Εξάλλου, για να προωθήσετε την καριέρα σας –και να προχωρήσετε τη ζωή σας– πρέπει να ξέρετε αν έχετε ελπίδες να πάρετε τη θέση ή αν πρέπει να ψάξετε αλλού.
Η Lynn Taylor, CEO της Lynn Taylor Consulting, είναι αναγνωρισμένη ειδικός σε θέματα εργασίας, καθώς και συγγραφέας. Το τελευταίο της βιβλίο με τίτλο Tame Your Terrible Office Tyrant (TOT): How to Manage Childish Boss Behavior and Thrive in Your Job συμβουλεύει εργαζόμενους και ανώτερη διοίκηση πώς να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες συμπεριφορές των αφεντικών τους, με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας.