Του Γιώργου Ι. Κωστούλα
Μια από τις ενδιαφέρουσες αναλύσεις της Θεωρίας των Παιγνίων (Θ.Π.) αφορά καταστάσεις όπου, ενώ τα άτομα λειτουργούν λογικά (και κατά κανόνα, όχι ηθικά) για την προώθηση του ατομικού τους συμφέροντος, επειδή κάνουν όλοι το ίδιο, το ατομικό συμφέρον του καθενός -και τελικά όλων- πλήττεται περισσότερο.
Τα παραδείγματα πολλά:
-Αποφεύγοντας να πληρώσουμε φόρους κερδίζουμε ατομικά, αλλά επειδή όλοι κάνουνε το ίδιο ζημιωνόμαστε όλοι, ζώντας σε μια φτωχότερη και αδύναμη χώρα.
-Αγοράζοντας πειρατικά ντι βι ντι ωφελούμαστε ατομικά, αλλά ζημιωνόμαστε όλοι, επειδή περιορίζουμε την ανταμοιβή της δημιουργικότητας, της καινοτομίας κ.λ.π. που θα μας λείψουν, αν δεν υπάρχουν.
-Αφήνοντας τα σκουπίδια έξω τις ημέρες που η συλλογή τους δεν είναι εφικτή κρατάμε καθαρό το σπίτι μας, αλλά επειδή ο καθένας κάνει το ίδιο, λερώνουμε τη γειτονιά μας και βάζουμε σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
-Παρκάροντας το αυτοκίνητό μας σε σημεία που εμποδίζουμε την κίνηση είναι μεν βολικό για μας, αλλά αν το κάνουν και άλλοι θα επικρατήσει κυκλοφοριακό χάος.
-Χτίζοντας αυθαίρετες κατοικίες ωφελούμαστε ατομικά, αλλά αν κάνουν όλοι το ίδιο καταλήγουμε στη γνωστή άναρχη δόμηση χωρίς υποδομές.
-Εξαπατώντας με παραποιημένα στοιχεία την Ε.Ε ικανοποιούμε μεν κάποια βραχυπρόθεσμα προαπαιτούμενα, στο επίπεδο των εντυπώσεων, αλλά υπονομεύουμε ηθικά το συνεκτικό ευρωπαϊκό μας ρόλο, υποθάλποντας πρακτικά την εις βάρος μας ανισότητα και αναξιοπιστία.
-Αφήνοντας, βολικά, τα περιττώματα του σκύλου μας σε πάρκα και πεζοδρόμια συντελούμε στη γενίκευση μιας προκλητικής και ανεύθυνης αντικοινωνικής πρακτικής που βρωμίζει και μολύνει την πόλη μας.
Όλη αυτή η οξυδερκής υπεράσπιση του ατομικού μας βολέματος, η ευλαβής περιφρούρηση του Ιδιωτικού συναθροίζεται σε μια ανευλαβή απαξίωση-λεηλασία του Κοινόχρηστου και του Δημόσιου. Ή, όπως έχει ειπωθεί, πολλαπλασιαζόμενη η ατομική διαύγεια που επιδεικνύουμε στα ατομικά μας καταλήγει απαρέγκλιτα στην εθνική μας τύφλωση.
Πότε αρχίζει η παρακμή ενός πολιτισμού; Όταν τα άτομα που τον συνθέτουν αρχίζουν, προοδευτικά, να βυθίζονται βαθύτατα στην καχυποψία. Όταν σε κάθε βήμα τους, σε κάθε εκδήλωσή τους φοβούνται ότι θα πέσουν θύματα της κακοπιστίας ή της κακοήθειας κάποιων άλλων, ατόμων ή ομάδων, και εντέλει της ίδιας της (εξελικτικά, μίζερης) συλλογικότητας.
Τίποτα πιο επικίνδυνο από την επιθυμία του ατόμου-πολίτη να μη γελαστεί. Δηλαδή, κατά το κοινώς λεγόμενο, να μην πιαστεί κορόιδο.
Κάθε πολίτης μετατρέπεται έτσι σε μια εξαίρεση, το άθροισμα των οποίων συνιστά το ιστορικό ηθικό εθνικό μας έλλειμμα.
Δεν μοιάζει να είναι αυτό, ό,τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας; Φτάσαμε στο σημείο, η Ελλάδα να απαρτίζεται από δέκα εκατομμύρια άτομα που οσμίζονται την απάτη γύρω τους, στην παραμικρή πτυχή του βίου τους, υποπτευόμενα διαρκώς τον διπλανό τους. Έτσι, αντί της εμπιστοσύνης που είναι η ακρογωνιαία ηθική αρχή κάθε βιώσιμης ένωσης, τα έθνη "εθίζονται στην αμφιβολία και την υποψία και μουμιοποιούνται στη αμφιβολία".
Μια από τις ενδιαφέρουσες αναλύσεις της Θεωρίας των Παιγνίων (Θ.Π.) αφορά καταστάσεις όπου, ενώ τα άτομα λειτουργούν λογικά (και κατά κανόνα, όχι ηθικά) για την προώθηση του ατομικού τους συμφέροντος, επειδή κάνουν όλοι το ίδιο, το ατομικό συμφέρον του καθενός -και τελικά όλων- πλήττεται περισσότερο.
Τα παραδείγματα πολλά:
-Αποφεύγοντας να πληρώσουμε φόρους κερδίζουμε ατομικά, αλλά επειδή όλοι κάνουνε το ίδιο ζημιωνόμαστε όλοι, ζώντας σε μια φτωχότερη και αδύναμη χώρα.
-Αγοράζοντας πειρατικά ντι βι ντι ωφελούμαστε ατομικά, αλλά ζημιωνόμαστε όλοι, επειδή περιορίζουμε την ανταμοιβή της δημιουργικότητας, της καινοτομίας κ.λ.π. που θα μας λείψουν, αν δεν υπάρχουν.
-Αφήνοντας τα σκουπίδια έξω τις ημέρες που η συλλογή τους δεν είναι εφικτή κρατάμε καθαρό το σπίτι μας, αλλά επειδή ο καθένας κάνει το ίδιο, λερώνουμε τη γειτονιά μας και βάζουμε σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
-Παρκάροντας το αυτοκίνητό μας σε σημεία που εμποδίζουμε την κίνηση είναι μεν βολικό για μας, αλλά αν το κάνουν και άλλοι θα επικρατήσει κυκλοφοριακό χάος.
-Χτίζοντας αυθαίρετες κατοικίες ωφελούμαστε ατομικά, αλλά αν κάνουν όλοι το ίδιο καταλήγουμε στη γνωστή άναρχη δόμηση χωρίς υποδομές.
-Εξαπατώντας με παραποιημένα στοιχεία την Ε.Ε ικανοποιούμε μεν κάποια βραχυπρόθεσμα προαπαιτούμενα, στο επίπεδο των εντυπώσεων, αλλά υπονομεύουμε ηθικά το συνεκτικό ευρωπαϊκό μας ρόλο, υποθάλποντας πρακτικά την εις βάρος μας ανισότητα και αναξιοπιστία.
-Αφήνοντας, βολικά, τα περιττώματα του σκύλου μας σε πάρκα και πεζοδρόμια συντελούμε στη γενίκευση μιας προκλητικής και ανεύθυνης αντικοινωνικής πρακτικής που βρωμίζει και μολύνει την πόλη μας.
Όλη αυτή η οξυδερκής υπεράσπιση του ατομικού μας βολέματος, η ευλαβής περιφρούρηση του Ιδιωτικού συναθροίζεται σε μια ανευλαβή απαξίωση-λεηλασία του Κοινόχρηστου και του Δημόσιου. Ή, όπως έχει ειπωθεί, πολλαπλασιαζόμενη η ατομική διαύγεια που επιδεικνύουμε στα ατομικά μας καταλήγει απαρέγκλιτα στην εθνική μας τύφλωση.
Πότε αρχίζει η παρακμή ενός πολιτισμού; Όταν τα άτομα που τον συνθέτουν αρχίζουν, προοδευτικά, να βυθίζονται βαθύτατα στην καχυποψία. Όταν σε κάθε βήμα τους, σε κάθε εκδήλωσή τους φοβούνται ότι θα πέσουν θύματα της κακοπιστίας ή της κακοήθειας κάποιων άλλων, ατόμων ή ομάδων, και εντέλει της ίδιας της (εξελικτικά, μίζερης) συλλογικότητας.
Τίποτα πιο επικίνδυνο από την επιθυμία του ατόμου-πολίτη να μη γελαστεί. Δηλαδή, κατά το κοινώς λεγόμενο, να μην πιαστεί κορόιδο.
Κάθε πολίτης μετατρέπεται έτσι σε μια εξαίρεση, το άθροισμα των οποίων συνιστά το ιστορικό ηθικό εθνικό μας έλλειμμα.
Δεν μοιάζει να είναι αυτό, ό,τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας; Φτάσαμε στο σημείο, η Ελλάδα να απαρτίζεται από δέκα εκατομμύρια άτομα που οσμίζονται την απάτη γύρω τους, στην παραμικρή πτυχή του βίου τους, υποπτευόμενα διαρκώς τον διπλανό τους. Έτσι, αντί της εμπιστοσύνης που είναι η ακρογωνιαία ηθική αρχή κάθε βιώσιμης ένωσης, τα έθνη "εθίζονται στην αμφιβολία και την υποψία και μουμιοποιούνται στη αμφιβολία".
Βεβαίως, σύμφωνα με τη Θ.Π., η παραπάνω συμπεριφορά είναι απόλυτα λογική. Το κάθε άτομο, δηλαδή, χωριστά έχει κίνητρο να εγκαταλείψει τη συνεργασία και να συμπεριφερθεί, να λειτουργήσει αντικοινωνικά.
Μας το διδάσκει αυτό, το κλασικό παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, το περίφημο "δίλημμα του φυλακισμένου", όπου η έλλειψη εμπιστοσύνης και η διάθεση εκμετάλλευσης εμποδίζουν τη συνεργασία μεταξύ δυο παικτών.
Κεντρικός άξονας του παιχνιδιού η, κάτω από συνθήκες ελλιπών πληροφοριών, αμοιβαία άγνοια των προθέσεων και των σχεδίων εκατέρων, η οποία ωθεί τους παίκτες σε πράξεις επιζήμιες και για τους δυο, οδηγώντας τους σε καταστάσεις της μορφής: ο νικητής τα παίρνει όλα.
Η συνεργασία για τη Θ.Π. που, βεβαίως δεν ασχολείται με τη φιλοσοφική διάσταση των συμπεριφορών, δεν αποτελεί ζητούμενο, δεν επιδιώκεται δηλαδή ως επιθυμητή θέση, ως σημείο ισορροπίας. Η Θεωρία ασχολείται με την ανάλυση και τη δημιουργία συνθηκών ή μηχανισμών που θα περιορίσουν τα ατομικά κίνητρα και θα καταστήσουν τη συνεργασία εφικτή και διατηρήσιμη επ΄ ωφελεία και των ατόμων και του συνόλου.
Και τούτο γιατί, δεν αρκεί το άτομο να είναι βέβαιο ότι όλοι οι άλλοι θα τηρήσουν τη συνεργασία για να την τηρήσει και το ίδιο. Το κοινωνικό συμβόλαιο που εξασφαλίζει περιβάλλοντα σταθερής και επωφελούς συνεργασίας χρειάζεται και κάτι ακόμα, ή μάλλον τρία πράγματα ακόμα.
Το πρώτο είναι ηθικής, θρησκευτικής τάξεως και συνδέεται με τη φήμη, με το καλό όνομά μας. Η φήμη, ο κοινωνικός διασυρμός καλύτερα, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος.
Το δεύτερο είναι η ύπαρξη της εξουσίας, της αρχής που μπορεί να επιβάλει τη συνεργασία και την θετική κοινωνική συμπεριφορά.
Το τρίτο, η παιδεία, όπου το ίδιο το άτομο δέχεται να θυσιάσει το ατομικό συμφέρον του για το κοινό καλό.
Δυστυχώς κανένα από τα παραπάνω προαπαιτούμενα δεν υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα.
Η φήμη δεν δουλεύει στις μεγάλες πόλεις, χώρια που ορισμένες αντικοινωνικές συμπεριφορές θεωρούνται ακόμα και μαγκιά.
Η αρχή, η εξουσία που θα μπορούσε να εμπνεύσει και να επιβάλει τη συνεργασία δεν υπάρχει ή δεν λειτουργεί σωστά.
Τέλος, δεν υπάρχει ικανός αριθμός, μια κρίσιμη μάζα μορφωμένων ατόμων, με παιδεία διατεθειμένοι να ηγηθούν και να δώσουν το καλό παράδειγμα.
Ανάγκη πάσα, λοιπόν, αν θέλουμε η ελληνική κοινωνία να εγκαταλείψει τον στείρο διεκδικητισμό, την προσοδοφορία και την λαθρεπιβασία να εντάξουμε τη λειτουργία της σε ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο.
Το έχουμε ξαναπεί. Χρειάζεται μια θέσμιση σε όλα: στη φορολόγηση (και τη φοροδότηση), στην ανταγωνιστικότητα, στον επαγγελματισμό, στην κοινωνική αλληλεγγύη, στη δημόσια διοίκηση, στο σεβασμό του δημόσιου χώρου, στην τόνωση της οργανωμένης συλλογικότητας κ.ο.κ. Μια θέσμιση που θα διαπλάθει, αλλά και θα περιφρουρεί μια κοινωνία ωριμότερη στην αυτογνωσία της, μετρημένη στις επιθυμίες της, υπεύθυνη στις επιλογές της.
Με άλλα λόγια: Χρειαζόμαστε νόμους (πρακτικά, ηγεσία και εξουσία) που θα μας εμποδίσουν να γίνουμε χειρότεροι και παιδεία που θα μας βοηθήσει να γίνουμε καλύτεροι.
Αναφορές:
Το κείμενο βασίστηκε σε παρεμφερή άρθρα των: Σπύρου Γιανναρά, Στάθη Καλύβα και (κυρίως) Γιάννου Μπενόπουλου.
Κεντρικός άξονας του παιχνιδιού η, κάτω από συνθήκες ελλιπών πληροφοριών, αμοιβαία άγνοια των προθέσεων και των σχεδίων εκατέρων, η οποία ωθεί τους παίκτες σε πράξεις επιζήμιες και για τους δυο, οδηγώντας τους σε καταστάσεις της μορφής: ο νικητής τα παίρνει όλα.
Η συνεργασία για τη Θ.Π. που, βεβαίως δεν ασχολείται με τη φιλοσοφική διάσταση των συμπεριφορών, δεν αποτελεί ζητούμενο, δεν επιδιώκεται δηλαδή ως επιθυμητή θέση, ως σημείο ισορροπίας. Η Θεωρία ασχολείται με την ανάλυση και τη δημιουργία συνθηκών ή μηχανισμών που θα περιορίσουν τα ατομικά κίνητρα και θα καταστήσουν τη συνεργασία εφικτή και διατηρήσιμη επ΄ ωφελεία και των ατόμων και του συνόλου.
Και τούτο γιατί, δεν αρκεί το άτομο να είναι βέβαιο ότι όλοι οι άλλοι θα τηρήσουν τη συνεργασία για να την τηρήσει και το ίδιο. Το κοινωνικό συμβόλαιο που εξασφαλίζει περιβάλλοντα σταθερής και επωφελούς συνεργασίας χρειάζεται και κάτι ακόμα, ή μάλλον τρία πράγματα ακόμα.
Το πρώτο είναι ηθικής, θρησκευτικής τάξεως και συνδέεται με τη φήμη, με το καλό όνομά μας. Η φήμη, ο κοινωνικός διασυρμός καλύτερα, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος.
Το δεύτερο είναι η ύπαρξη της εξουσίας, της αρχής που μπορεί να επιβάλει τη συνεργασία και την θετική κοινωνική συμπεριφορά.
Το τρίτο, η παιδεία, όπου το ίδιο το άτομο δέχεται να θυσιάσει το ατομικό συμφέρον του για το κοινό καλό.
Δυστυχώς κανένα από τα παραπάνω προαπαιτούμενα δεν υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα.
Η φήμη δεν δουλεύει στις μεγάλες πόλεις, χώρια που ορισμένες αντικοινωνικές συμπεριφορές θεωρούνται ακόμα και μαγκιά.
Η αρχή, η εξουσία που θα μπορούσε να εμπνεύσει και να επιβάλει τη συνεργασία δεν υπάρχει ή δεν λειτουργεί σωστά.
Τέλος, δεν υπάρχει ικανός αριθμός, μια κρίσιμη μάζα μορφωμένων ατόμων, με παιδεία διατεθειμένοι να ηγηθούν και να δώσουν το καλό παράδειγμα.
Ανάγκη πάσα, λοιπόν, αν θέλουμε η ελληνική κοινωνία να εγκαταλείψει τον στείρο διεκδικητισμό, την προσοδοφορία και την λαθρεπιβασία να εντάξουμε τη λειτουργία της σε ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο.
Το έχουμε ξαναπεί. Χρειάζεται μια θέσμιση σε όλα: στη φορολόγηση (και τη φοροδότηση), στην ανταγωνιστικότητα, στον επαγγελματισμό, στην κοινωνική αλληλεγγύη, στη δημόσια διοίκηση, στο σεβασμό του δημόσιου χώρου, στην τόνωση της οργανωμένης συλλογικότητας κ.ο.κ. Μια θέσμιση που θα διαπλάθει, αλλά και θα περιφρουρεί μια κοινωνία ωριμότερη στην αυτογνωσία της, μετρημένη στις επιθυμίες της, υπεύθυνη στις επιλογές της.
Με άλλα λόγια: Χρειαζόμαστε νόμους (πρακτικά, ηγεσία και εξουσία) που θα μας εμποδίσουν να γίνουμε χειρότεροι και παιδεία που θα μας βοηθήσει να γίνουμε καλύτεροι.
Αναφορές:
Το κείμενο βασίστηκε σε παρεμφερή άρθρα των: Σπύρου Γιανναρά, Στάθη Καλύβα και (κυρίως) Γιάννου Μπενόπουλου.
* Ο κ. Κωστούλας είναι τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα. Ένα νέο βιβλίο του, με τίτλο: "ΔΙΑΒΑ-ΖΩΝΤΑΣ με το μολύβι στο χέρι", κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ.
Πηγή:www.capital.gr