Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Έρευνα της PricewaterhouseCoopers (2008) για τα νέα στελέχη της αγοράς εργασίας


Η αντίληψη ότι η νέα γενιά στελεχών διακρίνεται από έλλειψη αφοσίωσης και απορρίπτει τις παραδοσιακές εργασιακές πρακτικές είναι μύθος, αποκάλυψε η νέα παγκόσμια έρευνα της PricewaterhouseCoopers 2008 (PwC) με τίτλο:«Τα νέα στελέχη στο χώρο εργασίας - Προοπτικές της νέας γενιάς». Στην έρευνα συμμετείχαν περισσότεροι από 4.200 πτυχιούχοι εργαζόμενοι του δικτύου εταιρειών της PwC σε 44 χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.

Οι νέοι που συμμετείχαν στην έρευνα είναι διατεθειμένοι να δουλέψουν στο εξωτερικό, με πρώτους τους Ινδούς (93%). Στους Έλληνες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 80%. Όσον αφορά στη γλώσσα εργασίας, 7 στους 10 νέους προβλέπουν ότι θα χρησιμοποιήσουν μία ξένη γλώσσα (στην Ελλάδα το 90%). Μόνο το 3% όσων συμμετείχαν στην έρευνα θέλει να εργάζεται κυρίως στο σπίτι, ενώ το 18% επιθυμεί να εργάζεται πέραν του συνηθισμένου ωραρίου.



Επιπλέον, φαίνεται ότι οι νέοι επιθυμούν τη σταθερότητα. Περίπου το 75% των νέων πιστεύουν ότι θα έχουν από 2 έως και 5 εργοδότες στην καριέρα τους (στην Ελλάδα το 80%), καταρρίπτοντας τη θεωρία περί κινητικότητας των millennials.

Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι οι εργαζόμενοι της νέας χιλιετίας θεωρούν την τεχνολογία πολύτιμo μέσο δικτύωσης. Το 85% είναι μέλη σε sites όπως το Facebook. Στην Ελλάδα, πάντως, το αντίστοιχο ποσοστό είναι χαμηλότερο (64,5%). Οι εργαζόμενοι του αύριο περιμένουν από τους εργοδότες τους είναι κοινωνικά υπεύθυνοι, καθώς το 88% δηλώνει ότι θα αναζητήσει εργοδότες με αξίες εταιρικής κοινωνικής ευθύνης ίδιες με τις δικές τους. Εξάλλου, το 86% των νέων δήλωσε ότι θα σκεφτόταν να φύγει από μία εταιρεία, αν διαφωνούσε ως προς τις αξίες της. Τα νέα στελέχη εκτιμούν πολύ την παροχή εκπαίδευσης και την επαγγελματική εξέλιξη στα πέντε πρώτα χρόνια της καριέρας τους. Πράγματι, σχεδόν το 1/3 των συμμετεχόντων στην έρευνα θεωρούν την εκπαίδευση και την επαγγελματική εξέλιξη ως το σημαντικότερο όφελος, πέραν του μισθού. Το ποσοστό αυτό είναι τρεις φορές υψηλότερο από το ποσοστό των ατόμων που επιλέγουν χρηματικά bonus.

Τέλος, πολλά άτομα ξεκινούν «οπουδήποτε» και «οτιδήποτε» λόγω της δυσκολίας ανεύρεσης και της ανεργίας. Έτσι, δεν είναι πολύ απαιτητικοί, ακόμη και αν δεν είναι η εργασία τους στο χώρο της σπουδής τους. Αν υπάρχει δεύτερο πτυχίο Μάστερ (και μάλιστα στον ίδιο χώρο με το πρώτο πτυχίο), οι απαιτήσεις ανεβαίνουν και έτσι «ψαχνόμαστε» περισσότερο. Με τη λογική αυτή είναι πιο λογικό να μην υπάρχει «ταύτιση» του πτυχίου με την εργασία μας αρχικά στην καριέρα μας, αλλά με τα χρόνια και με την απόκτηση πιθανού δεύτερου πτυχίου να υπάρχει. Άρα ένα συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι άτομα με λίγα χρόνια προϋπηρεσίας κάνουν πολύ διαφορετικά πράγματα από αυτά που διδάχτηκαν ενώ άτομα με περισσότερη προϋπηρεσία να κάνουν εργασίες πιο «κοντινές» με τα θέματα σπουδής τους. Έτσι, μην αποθαρρύνονται τα νεαρά στελέχη γιατί τα πράγματα αλλάζουν με τον καιρό. Δεν πρέπει κανείς να παραγνωρίζει ότι οι νέες εποχές φέρνουν και νέες προσεγγίσεις και θεωρήσεις των πραγμάτων. Αρκεί εδώ να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP), τα προσόντα που απαιτούνται από τους εργαζομένους σε οποιοδήποτε τομέα είναι ξεπερασμένα σε λιγότερο από δέκα χρόνια. Έτσι η συνεχής επαγγελματική επιμόρφωση όπως αναφέρθηκε, ακόμη και η αλλαγή σταδιοδρομίας (στροφή) είναι νέοι παράγοντες που αντί να στενεύουν διευρύνουν τους ορίζοντες κάθε νέου ανθρώπου. Αυτοί οι νέοι παράγοντες συντείνουν στον περιορισμό της αγωνίας του αύριο.

Υπάρχουν (και ΘΑ υπάρχουν) αξιόλογοι οργανισμοί στη χώρα μας (όχι βέβαια όλοι, όπως συμβαίνει σε κάθε κλάδο) οι οποίοι έχουν ιδιωτικό χαρακτήρα. Αυτοί οι οργανισμοί προσφέρουν, κατά κύριο λόγο προγράμματα του εξωτερικού τα οποία δουλεύουν άψογα, αξιολογούνται συνεχώς από ανεξάρτητους αλλά και κρατικούς φορείς του εξωτερικού και η αλήθεια είναι ότι θα τα ζήλευαν αρκετά από τα δικά μας ΤΕΙ και ΑΕΙ σε θέματα οργάνωσης αλλά και επιπέδου ακαδημαϊκών. Πρέπει επιτέλους να σταματήσει η καραμέλα ότι ό,τι αναγνωρίζεται από το κράτος είναι «καλό» και ότι δεν «αναγνωρίζεται» είναι «κακό». Πολλά από τα πιο δυνατά και αξιόλογα στελέχη της αγοράς στη χώρα μας είναι απόφοιτοι τέτοιων οργανισμών. (Βέβαια, όπως είπα προηγουμένως, αυτά δεν ισχύουν για όλα τα κέντρα σπουδών, αλλά για πολλά από αυτά). Όπως υπάρχουν πολύ αξιόλογα ιδιωτικά σχολεία στη χώρα μας, έτσι θα υπάρξουν και ιδιωτικά πανεπιστήμια και σίγουρα κάποια από αυτά θα είναι αξιόλογα. Ας μην ξεχνάμε ότι τα καλύτερα πανεπιστήμια της Αμερικής (Harvard, Yale Dartmouth και πολλά άλλα) είναι ιδιωτικά. Και ιδίως σε μία εποχή όπου το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας δεν πατάει γερά στα πόδια του. Αν υπάρξουν οι κατάλληλες δικλίδες ασφαλείας, ίσως τα ιδιωτικά πανεπιστήμια να είναι μία καλή λύση για πολλά Ελληνόπουλα. Το επιχείρημα της δωρεάν παιδείας έχει ήδη καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια με την ασύστολη σπατάλη στα φροντιστήρια από την πρώτη τάξη του λυκείου και το κόστος φοίτησης σε όλη την Επικράτεια.