Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Μετοχές: H καλύτερη ή η χειρότερη επένδυση μακροπρόθεσμα


Του Chris Farrell

Είναι μία από τις πιο ισχυρές ιδέες στα σύγχρονα προσωπικά οικονομικά: με το πέρασμα του χρόνου, οι μετοχές γίνονται ασφαλείς επενδύσεις. 

Σίγουρα, οι μετοχές είναι ιδιαίτερα ευμετάβλητες και άκρως επικίνδυνες για κάποιον που επενδύει με χρονικό ορίζοντα πέντε ετών ή και λιγότερο. Ωστόσο, οι σχετκές έρευνες τόσο της επιστημονικής κοινότητας όσο και της Wall Street (οι περισσότερες χρονολογούνται από τις αρχές του 1990) έδειξαν ότι μόλις ο χρονικός ορίζοντας επένδυσης παραταθεί στα 15 και πλέον χρόνια, ο κίνδυνος κατοχής μετοχών συρρικνώνεται δραματικά, ενώ τα οικονομικά οφέλη παραμένουν μεγάλα. Οι επενδυτές ιδίων κεφαλαίων κερδίζουν με εξαιρετική συνέπεια ποσοστό πραγματικής απόδοσης 7% (περίπου 10% αν ξαναπροσθέσουμε τον πληθωρισμό). Οι κίνδυνοι από την κατοχή μετοχών για τον επενδυτή που αγοράζει και κρατά πάνω από 10, 15, 30 και πλέον χρόνια, είναι μικρότεροι από τη διάθεση χρήματος σε ομόλογα και γραμμάτια για ανάλογες χρονικές περιόδους. 

Δεν είναι περίεργο που το χρηματιστήριο έγινε η προτιμητέα λύση σχεδόν σε κάθε μακροπρόθεσμο πρόβλημα χρήματος κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Αποταμίευση για τις σπουδές της κόρης σας; «Φορτώστε» σε μετοχές όσο ακόμα είναι μικρή. Πρόβλεψη για τη συνταξιοδότησή σας; Οι μετοχές θα φροντίσουν και για αυτή. Και ξεχάστε τις παλιές συνήθειες που έλεγαν ότι πρέπει να βγείτε στη σύνταξη με ένα χαρτοφυλάκιο που αποτελείται από συντηρητικούς τίτλους σταθερής απόδοσης. Όχι, οι συνταξιούχοι με οικονομική σοφία διατηρούν ένα αρκετά μεγάλο μέρος των χαρτοφυλακίων τους σε μετοχικά κεφάλαια. Άλλωστε, οι άνδρες που συνταξιοδοτούνται στην ηλικία των 60 ετών περίπου μπορούν να αναμένουν ότι θα ζήσουν για άλλα 20 χρόνια, κατά μέσο όρο. Για τις γυναίκες, το προσδόκιμο ανεβαίνει στα 24 χρόνια. Ο πιο μεγάλος σε ηλικία επενδυτής μετοχικού κεφαλαίου μπορεί να αναμένει ότι θα ζήσει αρκετά ώστε να αντισταθμίσει τον κίνδυνο. 

Φυσικά, η ιδέα ότι τα μετοχικά κεφάλαια είναι ένα ασφαλές περιουσιακό στοιχείο δέχτηκε μεγάλο χτύπημα κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Ωστόσο, η θαραλλέα προσέγγιση απέναντι στις μετοχές παραμένει εντυπωσιακά ανθεκτική, ειδικά με την αγορά να ανεβαίνει έως και 90 τοις εκατό μετά την καθίζησή της την 9η Μαρτίου 2010. Ίσως αυτό σημαίνει ότι, η μακροπρόθεσμη θετική άποψη απέναντι στις μετοχές είναι βαθιά ριζωμένη στη δημιουργία κεφαλαίων προκαθορισμένης ημερομηνίας-στόχου ή κύκλου ζωής. Τα κεφάλαια αυτά προωθούνται σε ενδιαφερόμενους ως μια σχετικά συντηρητική επιλογή, ωστόσο είναι χτισμένα γύρω από την ιδέα ότι οι κίνδυνοι από τη μεταβολή της τιμής των μετοχών εξομαλύνονται με την πάροδο του χρόνου. 

Η αντίθετη άποψη 
Ωστόσο, ο συνδυασμός της πρόσφατης εμπειρίας και ενός σημαντικού αριθμού ερευνών, στοιχειοθετεί έναν πειστικό αντίλογο που υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει καμία ασφάλεια για αυτόν που διατηρεί μετοχές για 10, 15, 20, 30 χρόνια -το αντίθετο μάλιστα. Πάρα πολλοί επενδυτές μπορεί να αναλαμβάνουν μεγαλύτερο κίνδυνο από όσο γνωρίζουν διατηρώντας τις αποταμιεύσεις για τη συνταξιοδότησή τους σε fund με ημερομηνία-στόχο ή ανάλογα χαρτοφυλάκια που έχουν συσταθεί από μία γενιά που πιστεύει στην αποταμίευση τύπου «κάντο μόνος σου». Ο κίνδυνος των μετοχών συνίσταται στο ότι μπορεί να μείνουν «κάτω» για πολύ καιρό, αφανίζοντας μια γενιά αποταμιευτών που μπορεί να έχουν φύγει απ’τη ζωή πολύ πριν η αγορά αρχίσει και πάλι να ανεβαίνει. 

Αναλογιστείτε τα fund με ημερομηνία-στόχο. Γίνονται όλο και πιο δημοφιλή ως κεντρική προσφορά σε πολλά συνταξιοδοτικά προγράμματα καθορισμένων εισφορών, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν τα δύο τρίτα από τα 319 δισ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία των ταμείων (από το Νοέμβριο του 2010). Τα ταμεία αυτά έχουν σχεδιαστεί για να αυξάνουν τη συμμετοχή σε μετοχές υψηλότερου κινδύνου, όταν ο εργαζόμενος είναι νέος και αλλάζουν την πορεία του χρήματος προς πιο συντηρητικές επενδύσεις καθώς πλησιάζει η ώρα της συνταξιοδότησης. Ωστόσο, τα ταμεία αυτά εξακολουθούν να διατηρούν ένα σημαντικό ποσό σε ίδια κεφάλαια και μετά την ημερομηνία συνταξιοδότησης, με βάση τη θεωρία ότι οι συνταξιούχοι θα χρειαστούν τη βοήθεια από τις αποδόσεις των ιδίων κεφαλαίων σε όλη τη διάρκεια της συνταξιοδότησής τους. 

Για παράδειγμα, το μέσο fund καθορισμένης ημερομηνίας-στόχου με ημερομηνία συνταξιότησης το 2010 διέθετε το ήμισυ του χαρτοφυλακίου του σε μετοχές κατά την είσοδό του στο 2008. Οι αξίες κεφαλαίων μειώθηκαν στη συνέχεια κατά 23 τοις εκατό, κατά μέσο όρο, κατά τη διάρκεια του bearmarket. Σε απάντηση, ένας αριθμός ταμείων περιόρισαν την έκθεσή τους σε ίδια κεφάλαια το επόμενο έτος. Παρ’ ολ’ αυτά, οι τοποθετήσεις σε ίδια κεφάλαια σήμερα κυμαίνονται μεταξύ 65 και 26% για τα ταμεία του 2010, σύμφωνα με την Morningstar, μια ανεξάρτητη συμβουλευτική εταιρεία. Τα ταμεία με καταληκτική ημερομηνία το 2020 διαθέτουν, κατά μέσο όρο, το 68% του χαρτοφυλακίου τους σε μετοχές. Κάθε ταμείο με ημερομηνία το 2045 ή αργότερα, διατηρεί τουλάχιστον το 85 τοις εκατό των στοιχείων του σε μετοχές. 

Είναι άραγε το μέλλον ίδιο με το παρελθόν; 
Τα στοιχεία των τελευταίων 10 ετών μας κάνουν να αναρωτιόμαστε αν αυτή η ιδέα είναι όντως καλή. Άλλωστε, ο δείκτης μετοχών Standard&Poor 500 κατέγραψε μέση ετήσια απώλεια 0,95% ανά έτος από την 31η Δεκεμβρίου 1999 έως την 31η Δεκεμβρίου 2009, σε σύγκριση με μία μέση ετήσια αύξηση 6,3% του δείκτη συνολικών φορολογητέων ομολόγων της Barclays Capital. Οι μετοχές έχασαν ακόμα και τα στοιχήματα απόδοσης από τα ομόλογα αμερικανικού δημοσίου κατά τα προηγούμενα 15, 20 και 25 έτη. 

Επιπλέον όλων αυτών, οι μελετητές εξέτασαν για άλλη μια φορά τα στοιχεία της αγοράς αξιών και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ίσως η πρόσφατη εμπειρία δεν είναι μία ανωμαλία, αλλά ο κανόνας. Σκεφτείτε τα εξής: 

- Με την πάροδο του χρόνου η αβεβαιότητα επιδεινώνεται. Μία εντυπωσιακή συμβολή στη σχολή που πρεσβεύει ότι «οι μετοχές είναι πιο επικίνδυνες και από τη σκέψη ακόμα» ήταν η πρόσφατη μελέτη, «Are Stocks Really Less Volatile in the Long Run» (είναι οι μετοχές λιγότερο ευμετάβλητες σε μακροπρόθεσμη βάση), του Lubos Pastor, ενός οικονομολόγουτης Σχολής Επιχειρήσεων Boothστο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, και του Robert F. Stambaugh, οικονομολόγουτης Σχολής Wharton του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας. Όπως οι ακαδημαϊκοί τους συνάδελφοι που διάκεινται θετικά απέναντι στις μετοχές, αυτοί οι δύο πιστεύουν ότι οι bull markets και οι bear markets ακυρώνουν σε μεγάλο βαθμό οι μεν τις δε. Με άλλα λόγια, οι μετοχές σε βάθος χρόνου έχουν την τάση να επανέρχονται στις μέσες τιμές τους. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί στις ΗΠΑ οι αποδόσεις των μετοχών υπήρξαν τόσο συνεπείς στην πάροδο του χρόνου, περίπου 7% μετά πληθωρισμού από τις αρχές του 1800. Παρ ΄όλα αυτά, οι πληροφορίες αυτές είναι ιστορικού τύπου. Οι επενδυτές που κοιτούν μπροστά με ορίζοντα τις επόμενες δεκαετίες δεν γνωρίζουν ποια θα είναι το μέσο ποσοστό απόδοσης. Η στατιστική τεχνική που χρησιμοποίησαν για να μετρήσουντην αβεβαιότητα αυτή υπαγορεύει ότι η μεταβλητότητα των αποδόσεων των μετοχών στα στα 25 έτη είναι 1,3 φορές η μεταβλητότητα χρονικού ορίζοντα ενός έτους (και σχεδόν 1,8 φορές για 50 χρόνια). 

Ή σε απλή γλώσσα: Βάλτε τον εαυτό σας στη θέση ενός ατρόμητου επενδυτή το 1900. Τόσο οι αγορές μετοχών των ΗΠΑ όσο και της Αργεντινής, φάνταζαν εξαιρετικά ελκυστικές. Ωστόσο, οεπενδυτής buy-and-hold (που αγοράζει μετοχές και τις κρατά στο χαρτοφυλάκιό του για πολύ καιρό) θα είχε κάνει μια μικρή περιουσία σε αμερικανικές μετοχές και θα είχε ουσιαστικά αφανιστεί από τις αργεντίνικες κατά τη διάρκεια του αιώνα. «Δεν γνωρίζουμε ποιο θα είναι το πριμ των μετοχών τα επόμενα 30 χρόνια», λέει ο Pastor. «Και η αβεβαιότητα αυτή μεγαλώνει με το χρόνο». 

- Οι καταρρεύσεις των αγορών δεν είναι σπάνια φαινόμενα και, εάν κανείς αποτραβηχτεί τη λάθος στιγμή, η ύφεση μπορεί να σημάνει την οικονομική του καταστροφή. Πάρτε τους υπολογισμούς αυτούς από τον PaulKaplan, αντιπρόεδροτου τμήματος, ποσοτικής έρευνας της Morningstar: Από το 1870 μέχρι έως και τον Ιούνιο του 2009, 1 δολάριο που είχε επενδυθεί σε ένα πραγματικό δείκτη αμερικανικού χρηματιστηρίου άξιζε 5.179 δολάρια (σε δολάρια του 1869). Αυτό σημαίνει μία συνολική ετήσια πραγματική απόδοση της τάξης του 6,4%. Ωστόσο, στο ίδιο διάστηματο χρηματιστήριο υπέστη 17 πτώσεις ποσοστού άνω του 20%. Δύο από τις τρεις μεγαλύτερες μειώσεις σημειώθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία. 

Το μήνυμα της Ιστορίας είναι ότι οι επενδυτές πρέπει να αποδίδουν μεγαλύτερη πιθανότητα στον κίνδυνο χρεοκοπίας μιας μετοχής κατά το διάστημα του χρόνου στο οποίο υπάρχει περίπτωση να συνταξιοδοτηθούν. Άλλωστε, η χρηματιστηριακή αγορά σημειώνει υποχώρηση 20% ή περισσότερο κάθε δεκαετία περίπου, κατά μέσο όρο. «Μπορεί να ξυπνήσετε ένα πρωί και η μισή σας περιουσία να έχει κάνει φτερά», λέει ο Kaplan. «Η εξασφάλιση του χρονικού ορίζοντα εξαφανίζεται». 

- Εάν ο χρηματιστηριακός κίνδυνος έπεφτε κατά το μεγαλύτερο διάστημα τήρησης της επένδυσης, το κόστος κατοχής options για την προστασία του χαρτοφυλακίου από μία ενδεχόμενη απώλεια από έλλειμα θα έπρεπε να υποχωρήσει αντίστοιχα. (Η απώλεια από έλλειμμα είναι η απώλεια που αντιστοιχεί σε αυτά που ένας επενδυτής θα μπορούσε να έχει κερδίσει από την εναλλακτική τοποθέτηση των χρημάτων του σε ένα ασφαλές πάγιο κατά την ίδια χρονική περίοδο, όπως τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα). 

Σε μια κομψή άσκηση το 1995, ο καθηγητής Zvi Bodie του Πανεπιστημίου της Βοστώνης ενέδωσε στις ιδέες της θεωρίας του option-pricingγια να προκαλέσει τηθεωρία ότι οι μετοχές είναι λιγότερο επικίνδυνες για τον buy-and-hold επενδυτή. Ωστόσο, το κόστος εξασφάλισης χαρτοφυλακίου με optionsανεβαίνει, δεν μειώνεται, με το χρόνο. Για παράδειγμα, υπολόγισε την εποχή εκείνη ότι το κόστος κατοχής option για απώλεια από έλλειμμα ενός έτους ήταν 7,98%της αξίας του χαρτοφυλακίου, και σε 30 χρόνια το κόστος της ασφάλισης του ελλείματος εκτινάχθηκε στο 41,63%. (Στα 200 χρόνια ο συγκριτικός αριθμός ήταν 84,27%). 

Φυσικά, όλα αυτά δεν αποτελούν ενημέρωση κατά των μετοχών. Είναι απλά ένα επιχείρημα που θα μας βοηθήσει να πάρουμε στα σοβαρά τους κινδύνους που ενέχει η κατοχή μετοχών. Τα κεφάλαια με ημερομηνία-στόχο δεν αποτελούν μια συντηρητική επιλογή για τη συνταξιοδοτική αποταμίευση. Είναι ένα μεγάλο στοίχημα που βασίζεται σε μια εσφαλμένη ιδέα. 

«Έχω λιγότερες επενδύσεις σε μετοχές από ό,τι πριν», λέει ο Pastor. «Είμαι αρκετά νέος, λίγο πριν κλείσω τα τριάντα, και είμαι μόνιμος καθηγητής πανεπιστημίου, αλλά σέβομαι περισσότερο τον κίνδυνο της μακροπρόθεσμης επένδυσης σε μετοχές». Αυτό είναι μια καλή συμβουλή για όλους τους αποταμιευτές. 

Ο Farrell είναι συνεργάτης οικονομικής σύνταξης του Bloomberg BusinessWeek. Μπορείτε να τον ακούσετε στο οικονομικό πρόγραμμα Marketplace Moneyτου AmericanPublicMedia, καθώς και στην εκπομπή για επιχειρήσεις Marketplace του κρατικού ραδιοφώνου.