Του Vivek Wadhwa
Στα τέλη του 18ου αιώνα, η πρόοδος στα τυπογραφικά πιεστήρια ατμού, το μηχανικά παρασκευαζόμενο χαρτί και το μελάνι έκανε τα βιβλία προσιτά στον πολύ κόσμο. Πριν από την επανάσταση της τυπογραφίας μια οικογένεια μπορεί να είχε ένα αντίτυπο της Βίβλου, αλλά μόνο ο κλήρος και οι αριστοκράτες είχαν στην κατοχή τους βιβλία.
Σύμφωνα με την ιστορικό της τεχνολογίας Cathy Davidson, ξαφνικά ο κόσμος γέμισε με φτηνά, δημοφιλή βιβλία, με αποτέλεσμα οι κληρικοί, οι δάσκαλοι, οι γονείς αλλά και οι Ιδρυτές Πατέρες του Αμερικανικού Έθνους να μπουν σε κατάσταση συναγερμού. Όλοι αυτοί φοβόντουσαν ότι οι έκλυτες ιστορίες αναρχίας και ρομαντισμού των βιβλίων θα διέφθειραν τόσο τα νεαρά κορίτσια όσο και τους εργάτες. Ότι τα μυθιστορήματα θα κατέλυαν τη δημοκρατία, θα κατέστρεφαν την ικανότητα των νέων να συγκεντρώνονται σε σοβαρά ζητήματα και θα διέφθειραν ανεπιστρεπτί τα αμερικανικά ήθη. Ο Τόμας Τζέφερσον αλλά και ο Τζον Άνταμς έγραψαν δριμύτατες δημόσιες κριτικές κατά της ανάγνωσης μυθιστορημάτων.
Πώς αντέδρασαν οι νέοι; Απλούστατα διαβάζοντας περισσότερα μυθιστορήματα. Έραβαν κρυφά μικρές τσέπες στα φορέματα και τα παντελόνια τους ώστε να παραχώνουν τις νουβέλες τους και να τις κρύβουν από τα ανήσυχα βλέμματα των γονιών τους.
Για άλλη μια φορά η ιστορία επαναλαμβάνεται, μόνο που σήμερα δεν ανησυχούμε πια για τα βιβλία αλλά για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προσωπικά παρακολούθησα από πρώτο χέρι τη θερμή διαμάχη για το θέμα τον Απρίλιο, στο Παγκόσμιο Συνέδριο που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Milken.
Ο Nicholas Carr, συγγραφέας του βιβλίου Στα ρηχά: Να τι κάνει το Ιnternet στο μυαλό μας σημειώνει ότι σύμφωνα με νευροεπιστημονικές έρευνες, οτιδήποτε κάνουμε μεταβάλλει τον εγκέφαλό μας. Ο Carr φοβάται ότι η αυξανόμενη χρήση των υπολογιστών κάνει το μυαλό μας να λειτουργεί ακριβώς όπως το ίδιο το διαδίκτυο: με τη διεξαγωγή ταχύτερου, ακόμη πιο διασπασμένου multitasking. Προβλέπει ότι η ανθρωπότητα θα χάσει την ικανότητά της για «εις βάθος ανάλυση» και ότι θα γίνουμε τόσο ρηχοί όσο και οι ιστοσελίδες που επισκεπτόμαστε.
Ο Clifford Nass, καθηγητής στο Stanford, προχώρησε ακόμα περισσότερο. Αναφέρθηκε στους τρόπους με τους οποίους η ταυτόχρονη επιτέλεση δραστηριοτήτων (π.χ. το να περπατά κανείς και ταυτόχρονα να μιλά, να διαβάζει την ώρα που τρώει, να στέλνει μηνύματα ενώ βλέπει τηλεόραση) μας κάνει αναποτελεσματικούς, διασπά την προσοχή μας και βλάπτει τη μνήμη μας. Ανέφερε πειράματα στα οποία άνθρωποι που δήλωναν ότι είχαν εξαιρετικές ικανότητες multitasking δεν μπορούσαν να μεταφέρουν επιτυχώς πληροφορίες από τη μια δραστηριότητα στην άλλη. Ο Nass θεωρεί ότι το multitasking βλάπτει σχεδόν τα πάντα, μεταξύ των οποίων τη μνήμη, την αντίληψη και τις προσωπικές σχέσεις. Με άλλα λόγια, το multitasking καταστρέφει την αμερικανική οικονομία.
Πρέπει τα παιδιά να μένουν μόνα τους, μη συνδεδεμένα;
Η καθηγήτρια του MIT Sherry Turkle εξέφρασε τη γνώμη ότι ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούν τα παιδιά μας, μέσω SMS, Twitter και Facebook έχει αρνητική επίδραση στις κοινωνικές τους δεξιότητες. Προτιμούν να επικοινωνούν ηλεκτρονικά αντί για πρόσωπο με πρόσωπο. Δεν έχουν χρόνο να μένουν μόνα τους γιατί είναι πάντα συνδεδεμένα. «Αν δεν μάθουμε στα παιδιά μας να μένουν μόνα τους, θα αισθάνονται πάντα μοναξιά», είπε η Turkle.
Η ίδια κατηγορεί τους γονείς που εισήγαγαν τα παιδιά στον κόσμο των γραπτών μηνυμάτων. Είπε ότι τα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους να χρησιμοποιούν κινητά τηλέφωνα, γεγονός που τους γεννά συναισθήματα ζήλειας. Αναζητώντας απεγνωσμένα προσοχή, αρχίζουν να χρησιμοποιούν κινητά τηλέφωνα και εθίζονται σε αυτά, καταστρέφοντας τις σχέσεις τους.
Ακούγοντας τις παραπάνω απόψεις αισθάνθηκα σα να βρίσκομαι πίσω στο 18ο αιώνα και να συζητάμε για τις φθοροποιές συνέπειες των μυθιστορημάτων. Αναμφίβολα το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έκαναν τη ζωή μας πιο περίπλοκη. Προσωπικά λαμβάνω υπερβολικά πολλά e-mails και πρέπει να απαντώ σε εκατοντάδες μηνύματα στο Twitter και το Facebook.
Ωστόσο, τα εργαλεία αυτά ανοίγουν νέους κόσμους. Μου προσφέρουν νέες πηγές πληροφόρησης, διευρύνουν το μυαλό μου και με συνδέουν με εκατομμύρια ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Μου έδωσαν την ευκαιρία να έχω μεγαλύτερη επιρροή από όσο θα μπορούσα να φανταστώ ακόμα και μόλις μια δεκαετία πριν. Συν τοις άλλοις, μπορώ να επικοινωνήσω με την οικογένειά μου από οπουδήποτε και οποτεδήποτε. Και χαίρομαι για τις φωτογραφίες και τα βίντεο που μου στέλνουν. Όλα αυτά δεν εμποδίζουν αλλά απεναντίας προάγουν την πνευματική μου εξέλιξη.
Χάρηκα με τις παρατηρήσεις που έκανε στο συνέδριο η Cathy Davidson, συνάδελφός μου στο Πανεπιστήμιο Duke, αλλά και με τις μακροσκελείς συζητήσεις μας που ακολούθησαν. Η Davidson απορρίπτει κατηγορηματικά τα διάφορα ζοφερά σενάρια. Δήλωσε ότι δεν χρειαζόμαστε νέες έρευνες για να μας πουν ότι το διαδίκτυο έχει αλλάξει τη ζωή μας. Δεν είναι μόνο τα παιδιά μας που έχουν γίνει εξπέρ στα γραπτά μηνύματα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το ίδιο συμβαίνει και με τον παππού και τη γιαγιά, οι οποίοι χρησιμοποιούν επίσης το Facebook, έχουν Kindle, iPad και iPhone και ανταλλάζουν e-mails με τα εγγόνια τους.
Το βιβλίο της Davidson, το οποίο θα κυκλοφορήσει τον επόμενο μήνα, έχει τίτλο Now You See It: How theBrain Science of Attention Will Transform the Way We Live, Work, and Learn και περιέχει έρευνες νευροεπιστημόνων για το φαινόμενο της «τύφλωσης απροσεξίας», βάσει του οποίου όσο περισσότερο εστιάζουμε την προσοχή μας σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, τόσο περισσότερο δεν αντιλαμβανόμαστε οτιδήποτε άλλο συμβαίνει γύρω μας.
Το φαινόμενο αυτό καταδεικνύεται στο διάσημο «πείραμα του γορίλα» που διενεργήθηκε από δύο ψυχολόγους στο Χάρβαρντ το 1999. Οι ψυχολόγοι ζήτησαν από μια ομάδα φοιτητών να παρακολουθήσουν ένα παιχνίδι μπάσκετ και να μετρήσουν τις πάσες που θα αντάλλαζαν οι παίκτες με τις μαύρες φανέλες. Υπό κανονικές συνθήκες οι άνθρωποι είναι καλοί στο να μετρούν πάσες. Στο πείραμα, μόνο οι μισοί περίπου φοιτητές πρόσεξαν μια κοπέλα ντυμένη με τη στολή ενός γορίλα, η οποία πέρασε ανάμεσα στους παίκτες, χτύπησε με τις γροθιές της το στήθος της δυο τρεις φορές όπως κάνουν οι γορίλες και μετά από 9 ολόκληρα δευτερόλεπτα διέσχισε το γήπεδο.
Τα όρια του τυποποιημένου monotasking
Σύμφωνα με την Davidson, η ακριβής μέτρηση των πασών που ρίχνουν οι παίκτες στο πείραμα είναι αντίστοιχη με τα τυποποιημένα μετρητικά στοιχεία του εκπαιδευτικού μας συστήματος και των μεθόδων αξιολόγησης. Στις μέρες μας, οτιδήποτε έχει να κάνει με την εκπαίδευση και την εργασία έχει σχεδιαστεί για monotasking, βάσει του οποίου ένα άτομο αναλαμβάνει να επιτελέσει μια δραστηριότητα από την αρχή έως το τέλος της. Στην κοινωνία μας ο δρόμος για την επιτυχία είναι η ακριβής μέτρηση των πασών που ανταλλάζουν οι μπασκετμπολίστες. Γι’ αυτό και δεν βλέπουμε τον γορίλα. Το monotasking και όχι το multitasking είναι που μας περιορίζει.
Είναι λοιπόν επιβλαβές το ίντερνετ; Η Davidson αναφέρεται στο παράδειγμα των μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων του Άμστερνταμ. Το 2001, η πόλη άρχισε να παρέχει υπολογιστές στους φιλοξενούμενους των μονάδων αυτών, συνδέοντάς τους με νέους ανθρώπους σε ίντερνετ καφέ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα ποσοστά της κατάθλιψης έπεσαν. Τα άτομα της τρίτης ηλικίας έπαιρναν λιγότερα αντικαταθλιπτικά και φαίνονταν να είναι σε μεγαλύτερη εγρήγορση. Μια απρόσμενη συνέπεια ήταν ότι έπρεπε να λειτουργήσουν περισσότεροι οίκοι ευγηρίας, καθώς οι ηλικιωμένοι δεν «εκκένωναν τα δωμάτιά τους» με τους προβλεπόμενους ρυθμούς αλλά ζούσαν περισσότερο.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι άνω των 75 ετών αυξάνονται περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα στο Facebook. Ίσως να τους βοηθά να αισθάνονται νεότεροι.
Όσον αφορά τα παιδιά και τα γραπτά μηνύματα, η Davidson λέει ότι δεν υπάρχει λόγος πανικού. Η γενιά μας περιόρισε τις ελευθερίες των παιδιών εξαιτίας της παράνοιας που επικρατεί για τους «ξένους». Τα παιδιά δεν αλωνίζουν πια στους δρόμους όπως παλιά, αλλά οι γονείς τους τούς κλείνουν «ραντεβού για παιχνίδι». Σύμφωνα με την Davidson, τα μηνύματα βοηθούν τα παιδιά να μάθουν να είναι ανεξάρτητα και να συμπεριφέρονται ώριμα με τους συνομηλίκους τους.
Κατά τη γνώμη μου η Davidson έχει δίκιο. Αυτή η γενιά των παιδιών είναι αντιμέτωπη με μια φοβερή οικονομία. Εντούτοις, από στατιστικής άποψης, είναι η λιγότερο βίαιη, η πιο αισιόδοξη, η πιοσυνειδητοποιημένη σε ό,τι αφορά τον κόσμο και η λιγότερο προκατειλημμένη από οποιαδήποτε άλλη πρόσφατη γενιά – και εμφανίζει τα χαμηλότερα ποσοστά κατάχρησης ναρκωτικών και αλκοόλ. Η γενιά αυτή μάλλον θα επιτύχει περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη. Μπορεί να είναι και η πιο εξελιγμένη.
Οι γνώσεις των παιδιών μας δεν χρειάζεται να περιορίζονται από το περιεχόμενο των βιβλίων που διαβάζουν. Μπορούν να μάθουν από τους συνομηλίκους τους από όλον τον κόσμο.
Ο Vivek Wadhwa είναι επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνια, senior researchassociate στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής ερευνών στο Κέντρο για την Επιχειρηματικότητα και Εμπορευματοποίηση της Έρευνας του Πανεπιστημίου Duke. Μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο Twitter (@wadhwa) και να μάθετε για την έρευνά του στην ηλεκτρονική διεύθυνση wadhwa.com.